Γιατί η βαρεμάρα εξαφανίστηκε από τη ζωή μας
Όταν ο χρόνος έπαψε να μένει άδειος
Κάποτε η βαρεμάρα ήταν κάτι φυσιολογικό. Υπήρχαν στιγμές χωρίς ερέθισμα, χωρίς περιεχόμενο, χωρίς απάντηση. Περιμέναμε, χαζεύαμε, σκεφτόμασταν. Ο χρόνος άδειαζε και το μυαλό περιπλανιόταν. Σήμερα, αυτό το κενό σχεδόν δεν υπάρχει.
Η σύγχρονη καθημερινότητα δεν αφήνει χώρο για βαρεμάρα. Κάθε στιγμή γεμίζει αυτόματα με κάτι. Μια οθόνη, μια ειδοποίηση, ένα βίντεο, μια ροή. Ο χρόνος δεν μένει ποτέ «απασχόλητος». Και μαζί του, δεν μένει ποτέ απασχόλητος ούτε ο νους.
Η βαρεμάρα δεν ήταν πρόβλημα, ήταν λειτουργία
Για χρόνια θεωρούσαμε τη βαρεμάρα κάτι αρνητικό. Κάτι που έπρεπε να αποφύγουμε ή να “σκοτώσουμε”. Στην πραγματικότητα όμως, η βαρεμάρα λειτουργούσε σαν μεταβατική κατάσταση. Έδινε στο μυαλό χώρο να οργανώσει σκέψεις, να συνδέσει εμπειρίες, να ξεκουραστεί από την εξωτερική διέγερση.
Όταν ο εγκέφαλος δεν δεχόταν ερεθίσματα, στρεφόταν προς τα μέσα. Εκεί γεννιούνταν ιδέες, ερωτήματα, δημιουργική σκέψη. Η βαρεμάρα δεν σήμαινε απουσία δραστηριότητας. Σήμαινε απουσία θορύβου.
Πώς γεμίσαμε κάθε κενό χωρίς να το καταλάβουμε
Η τεχνολογία δεν κατήργησε τη βαρεμάρα από πρόθεση. Απλώς πρόσφερε έναν εύκολο τρόπο να γεμίζει κάθε μικρό κενό χρόνου. Στην αρχή ήταν επιλογή. Με τον καιρό έγινε συνήθεια. Σήμερα μοιάζει αυτονόητο.
Περιμένουμε δύο λεπτά και ανοίγουμε το κινητό. Στεκόμαστε σε μια ουρά και σκρολάρουμε. Νιώθουμε ελαφριά ανησυχία και αναζητούμε άμεση απόσπαση. Η βαρεμάρα δεν προλαβαίνει να εμφανιστεί. Την προλαβαίνουμε εμείς.
Όταν η συνεχής απασχόληση γίνεται κανόνας
Το αποτέλεσμα αυτής της συνεχούς απασχόλησης δεν είναι περισσότερη ζωντάνια. Είναι μεγαλύτερη εσωτερική κόπωση. Ο εγκέφαλος λειτουργεί διαρκώς, αλλά χωρίς παύση. Δεν βαριέται, αλλά δεν ησυχάζει κιόλας.
Έτσι δημιουργείται ένα παράδοξο. Δεν αντέχουμε να μην κάνουμε τίποτα, αλλά ταυτόχρονα νιώθουμε εξαντλημένοι. Δεν μας λείπει η δράση. Μας λείπει το κενό. Και χωρίς κενό, η σκέψη χάνει το βάθος της.
Η εξαφάνιση της βαρεμάρας δεν είναι ουδέτερη
Όταν η βαρεμάρα εξαφανίζεται, αλλάζει κάτι βαθύτερο από τη ρουτίνα μας. Αλλάζει η σχέση μας με τον χρόνο και τον εαυτό μας. Χάνουμε στιγμές όπου το μυαλό μπορούσε να σταθεί χωρίς εξωτερική καθοδήγηση.
Αυτό δεν σημαίνει ότι πρέπει να επιστρέψουμε σε έναν κόσμο χωρίς τεχνολογία. Σημαίνει όμως ότι ίσως χάσαμε κάτι χωρίς να το συνειδητοποιήσουμε. Όχι την άνεση, αλλά την εσωτερική σιωπή που επέτρεπε στη σκέψη να αναπνεύσει.
Τι συμβαίνει στον εγκέφαλο όταν εξαφανίζεται η βαρεμάρα
Ο εγκέφαλος και η ανάγκη για “αδράνεια”
Ο εγκέφαλος έχει ανάγκη από «αδράνεια», από στιγμές όπου δεν συμβαίνει τίποτα, ώστε να μπορεί να επεξεργαστεί ό,τι έχει ήδη καταγράψει. Αν δεν υπάρξουν αυτοί οι «χωροί» σιωπής, η πληροφορία δεν επεξεργάζεται σωστά και οι σκέψεις μένουν επιφανειακές.
Η συνεχής αίσθηση δραστηριότητας και πληροφόρησης δημιουργεί μια κατάσταση όπου ο εγκέφαλος λειτουργεί πάντα στην επιφάνεια, χωρίς να έχει τη δυνατότητα να εμβαθύνει. Οι πληροφορίες συσσωρεύονται χωρίς να υπάρχει χρόνος για να συνδεθούν ή να αφομοιωθούν σωστά. Όταν ο εγκέφαλος δεν έχει τη δυνατότητα να χαλαρώσει και να «περιπλανηθεί» με τις σκέψεις του, αρχίζει να χάνει την ικανότητα να κάνει συνδέσεις και να δημιουργεί νέες ιδέες.
Η ψυχική κόπωση ως απόρροια της συνεχούς απασχόλησης
Η συνεχής διέγερση, όπως αυτή που προκαλεί η υπερπληροφόρηση, δεν προκαλεί άμεσα την αίσθηση του άγχους ή του στρες. Ωστόσο, δημιουργεί ένα σύνδρομο ψυχικής κόπωσης. Ο εγκέφαλος είναι διαρκώς σε εγρήγορση, αλλά χωρίς να έχει χρόνο να ξεκουραστεί ή να ανακτήσει τις δυνάμεις του.
Αυτό οδηγεί σε ένα αίσθημα συνεχούς εξάντλησης, χωρίς να υπάρχει πραγματική σωματική κόπωση. Η «πνευματική κόπωση» δημιουργείται από το αδιάκοπο κύμα πληροφοριών, και όσο περισσότερο ο εγκέφαλος απασχολείται, τόσο πιο δύσκολο είναι να παραμείνει συγκεντρωμένος σε μία σκέψη για περισσότερο από μερικά λεπτά. Η διαρκής ανάγκη για ερεθίσματα δημιουργεί έναν φαύλο κύκλο, όπου ο εγκέφαλος δεν έχει χρόνο για να «ηρεμήσει» και να επαναφορτιστεί.
Η δημιουργικότητα και η έλλειψη χώρου
Η δημιουργικότητα ανθίζει όταν το μυαλό έχει χώρο να περιπλανηθεί. Η βαρεμάρα, αντί να είναι κάτι αρνητικό, επιτρέπει στον εγκέφαλο να ανακαλύψει νέες ιδέες, να συνδυάσει πληροφορίες και να δημιουργήσει συνδέσεις που δεν είναι προφανείς. Όταν αφαιρείται αυτή η δυνατότητα, η ικανότητα για καινοτομία και δημιουργία μειώνεται.
Το σύνδρομο της υπερφόρτωσης μας εμποδίζει να είμαστε δημιουργικοί με τη διαρκή κατανάλωση πληροφοριών και την αδιάκοπη διέγερση του νου. Ο εγκέφαλος δεν έχει τον χρόνο που χρειάζεται για να επεξεργαστεί τα δεδομένα και να αναπτύξει νέες σκέψεις ή ιδέες.
Πώς η συνεχής συνδεσιμότητα επηρεάζει τις σχέσεις και την κοινωνική ζωή
Η βαρεμάρα δεν αφορά μόνο την ατομική σκέψη, αλλά και τις κοινωνικές σχέσεις. Όταν δεν μπορούμε να αντέξουμε τη σιωπή ή τη μοναξιά, αρχίζουμε να εξαρτόμαστε από τη συνεχιζόμενη ψηφιακή αλληλεπίδραση. Οι σχέσεις δεν έχουν πια χώρο για να εξελιχθούν σε βάθος, γιατί πάντα υπάρχει κάτι άλλο που αποσπά την προσοχή.
Αυτό δεν σημαίνει ότι οι άνθρωποι δεν αλληλεπιδρούν, αλλά ότι οι αλληλεπιδράσεις είναι ρηχές και περιστασιακές, με αποτέλεσμα να χάνεται η ουσία των σχέσεων. Ενώ είμαστε «συνδεδεμένοι» με τους γύρω μας, είμαστε ταυτόχρονα αποσυνδεδεμένοι από την πραγματική επικοινωνία και συναισθηματική σύνδεση.
Η βαρεμάρα ως πολιτισμική ανάγκη
Το πρόβλημα δεν είναι μόνο προσωπικό, είναι και πολιτισμικό. Η ανάγκη για διαρκή δράση και ψυχαγωγία, που ενισχύεται από τη σύγχρονη τεχνολογία, έχει προκαλέσει μια «κουλτούρα» που εκτιμά την άμεση ικανοποίηση και τη συνεχιζόμενη κίνηση. Αυτό επηρεάζει τη γενιά που μεγάλωσε με κινητά τηλέφωνα και ασταμάτητο περιεχόμενο. Η ιδέα της βαρεμάρας πλέον μοιάζει να είναι κάτι «ανεπιθύμητο», σχεδόν κατακριτέο, γιατί αντιπροσωπεύει στασιμότητα.
Αλλά η αλήθεια είναι ότι χωρίς αυτό το «σταμάτημα», δεν υπάρχει πραγματική εξέλιξη ή αυτογνωσία. Στη δίνη της υπερπληροφόρησης, ο σύγχρονος άνθρωπος έχει απολέσει το δικαίωμα να βαρεθεί — και μαζί με τη βαρεμάρα, έχει χάσει ένα σημαντικό κομμάτι της ανθρώπινης εμπειρίας.
Μια κοινωνία που δεν αντέχει τη βαρεμάρα δυσκολεύεται να σκεφτεί
Η βαρεμάρα ως κοινωνικό σύμπτωμα, όχι ατομική αδυναμία
Η εξαφάνιση της βαρεμάρας δεν αφορά μόνο την προσωπική εμπειρία. Αφορά τον τρόπο που λειτουργεί συνολικά η κοινωνία. Όταν κανείς δεν αντέχει το κενό, όταν κάθε παύση γεμίζει αυτόματα με περιεχόμενο, τότε η σκέψη γίνεται πιο ρηχή και ο δημόσιος διάλογος πιο επιφανειακός.
Η συνεχής ανάγκη για ερεθίσματα δεν αφήνει χώρο για αμφιβολία, εσωτερικό διάλογο ή αναστοχασμό. Όπως έχει επισημανθεί και σε αναλύσεις της American Psychological Association, η μόνιμη γνωστική διέγερση αυξάνει τη νοητική κόπωση και μειώνει την ικανότητα αυτορρύθμισης και βαθιάς σκέψης, ειδικά σε περιβάλλοντα συνεχούς ψηφιακής έκθεσης.
Η οικονομία της προσοχής δεν αφήνει χώρο για παύση
Η σύγχρονη ψηφιακή κουλτούρα δεν βασίζεται στη σκέψη, αλλά στη διατήρηση της προσοχής. Πλατφόρμες, μέσα και εφαρμογές λειτουργούν μέσα σε αυτό που αναλύεται διεθνώς ως attention economy. Όσο λιγότερο βαριέται ο χρήστης, τόσο περισσότερο μένει.
Αναλύσεις του MIT Technology Review έχουν δείξει ότι τα ψηφιακά προϊόντα δεν σχεδιάζονται για να αφήνουν κενά, αλλά για να τα εξαλείφουν. Η βαρεμάρα θεωρείται αποτυχία του συστήματος. Όμως για τον ανθρώπινο εγκέφαλο, αυτή η «αποτυχία» λειτουργεί ως αναγκαία παύση.
Όταν η παύση εξαφανίζεται, η σκέψη μετατρέπεται σε αντίδραση. Δεν προλαβαίνει να ωριμάσει. Δεν προλαβαίνει να σταθεί.
Δημιουργικότητα χωρίς κενό δεν αντέχει
Η δημιουργικότητα δεν γεννιέται μέσα στον θόρυβο. Χρειάζεται χρόνο, αργό ρυθμό και εσωτερική σιωπή. Η βαρεμάρα λειτουργούσε ως αφετηρία αυτής της διαδικασίας. Όχι γιατί ήταν ευχάριστη, αλλά γιατί άνοιγε χώρο.
Έρευνες που έχουν παρουσιαστεί από το Harvard Business Review δείχνουν ότι οι περίοδοι χαμηλής διέγερσης ευνοούν τη συνδυαστική σκέψη και την παραγωγή νέων ιδεών. Όταν κάθε λεπτό γεμίζει με κατανάλωση περιεχομένου, η δημιουργικότητα δεν εξαφανίζεται, αλλά περιορίζεται.
Δεν χάνουμε την ικανότητα να σκεφτόμαστε. Χάνουμε τον χρόνο που χρειάζεται η σκέψη για να υπάρξει.
Τι σημαίνει αυτό για την καθημερινότητα
Σε πρακτικό επίπεδο, η απουσία βαρεμάρας δημιουργεί μια διαρκή ανησυχία. Δεν ξέρουμε πια πώς να μείνουμε με τον εαυτό μας χωρίς εξωτερικό ερέθισμα. Η σιωπή μοιάζει άβολη. Η αδράνεια μοιάζει χάσιμο χρόνου.
Αυτό επηρεάζει:
-
τη συγκέντρωση
-
τη μνήμη
-
τις σχέσεις
-
την αντοχή στη μοναξιά
-
την ικανότητα βαθιάς κατανόησης
Δεν πρόκειται για ηθικό ζήτημα. Πρόκειται για αλλαγή συνθηκών.
Το ερώτημα δεν είναι αν πρέπει να βαριόμαστε περισσότερο
Το κρίσιμο ερώτημα δεν είναι πώς θα «επιστρέψουμε» στη βαρεμάρα. Δεν είναι συνταγή ούτε στόχος. Το ερώτημα είναι αν θα επιτρέψουμε ξανά στον χρόνο να μείνει άδειος, έστω για λίγο.
Γιατί μέσα σε αυτό το κενό, ο άνθρωπος δεν χάνει κάτι. Αντίθετα, βρίσκει χώρο να σκεφτεί, να συνδέσει, να καταλάβει. Και σε μια εποχή υπερπληροφόρησης, η κατανόηση ίσως είναι το πιο σπάνιο αγαθό.


