Τετάρτη, 17 Δεκεμβρίου, 2025

Top 5

Σχετικές δημοσιεύσεις

Όταν η κοινωνική διαμαρτυρία αντιμετωπίζεται ως ζήτημα τάξης

Όταν η κοινωνική διαμαρτυρία αντιμετωπίζεται ως ζήτημα τάξης

Με φόντο τις πρόσφατες στάσεις εργασίας και τις κινητοποιήσεις σε βασικούς τομείς της καθημερινότητας, ο δημόσιος λόγος μετατοπίζεται ξανά από τα αιτήματα στη «διατήρηση της τάξης». Η κοινωνική διαμαρτυρία δεν παρουσιάζεται πρωτίστως ως πολιτική πράξη, αλλά ως πρόβλημα που χρειάζεται διαχείριση.

Αυτή η μετατόπιση δεν αφορά μόνο την επικαιρότητα. Αφορά τον τρόπο με τον οποίο οι σύγχρονες δημοκρατίες αντιλαμβάνονται τη διαφωνία. Όταν η διαμαρτυρία περιγράφεται κυρίως με όρους όχλησης, κόστους ή ασφάλειας, χάνει σταδιακά τον πολιτικό της χαρακτήρα.


Από το αίτημα στη διατάραξη

Στον δημόσιο λόγο, οι απεργίες και οι κινητοποιήσεις συχνά αποσυνδέονται από τα αιτήματά τους. Η συζήτηση επικεντρώνεται στην ταλαιπωρία, στις καθυστερήσεις και στην ανάγκη «ομαλής λειτουργίας». Έτσι, το ερώτημα μετακινείται από το γιατί διαμαρτύρονται οι πολίτες στο πώς θα περιοριστεί η επίδρασή τους.

Αυτή η αλλαγή πλαισίου δεν είναι ουδέτερη. Μετατρέπει μια συλλογική πολιτική πράξη σε τεχνικό πρόβλημα. Και όταν κάτι παρουσιάζεται ως τεχνικό, η πολιτική συζήτηση περιορίζεται.


Η κανονικοποίηση της διαχείρισης

Η αντιμετώπιση της διαμαρτυρίας ως ζητήματος τάξης εντάσσεται σε μια ευρύτερη λογική κανονικοποίησης. Η κοινωνική ένταση δεν θεωρείται έκφραση διαφωνίας, αλλά απόκλιση από την ομαλότητα. Στόχος δεν γίνεται η κατανόηση των αιτίων, αλλά η αποκατάσταση της κανονικής ροής.

Σε αυτό το πλαίσιο, η πολιτική μετατοπίζεται από τη διαβούλευση στη διαχείριση. Οι αποφάσεις δεν καλούνται να απαντήσουν στα αιτήματα, αλλά να ελέγξουν τις συνέπειες της διαμαρτυρίας στην καθημερινότητα.


Η σιωπηρή αλλαγή ρόλων

Όταν η κοινωνική διαμαρτυρία αντιμετωπίζεται κυρίως ως πρόβλημα τάξης, αλλάζει και ο ρόλος των πολιτών. Από ενεργοί φορείς διεκδίκησης, μετατρέπονται σε παράγοντες κινδύνου ή ενόχλησης. Η συμμετοχή παύει να θεωρείται στοιχείο της δημοκρατίας και αρχίζει να αντιμετωπίζεται ως διατάραξη της.

Αυτή η αλλαγή δεν συμβαίνει απότομα. Εδραιώνεται σταδιακά μέσα από τη γλώσσα, τα πλαίσια και τις προτεραιότητες του δημόσιου λόγου.


Το πρώτο όριο της δημοκρατικής αντοχής

Η κοινωνική διαμαρτυρία αποτελεί ιστορικά βασικό μηχανισμό δημοκρατικής πίεσης. Όταν περιορίζεται στο επίπεδο της τάξης και της ασφάλειας, η δημοκρατία δοκιμάζει τα όριά της όχι από την ένταση των κινητοποιήσεων, αλλά από τη στενότητα του διαλόγου.

Το κρίσιμο ερώτημα δεν είναι αν η τάξη έχει σημασία. Είναι αν μπορεί να συνυπάρξει με τη διαφωνία χωρίς να την απορροφά και να την ακυρώνει.

Πώς η διαμαρτυρία «ασφαλειοποιείται»

Η μετατόπιση της κοινωνικής διαμαρτυρίας στο πεδίο της τάξης δεν συμβαίνει τυχαία. Οι κυβερνήσεις και οι θεσμοί συχνά επαναπλαισιώνουν τη διαφωνία ως ζήτημα ασφάλειας όταν θέλουν να περιορίσουν το πολιτικό της βάρος. Με αυτόν τον τρόπο, η διαμαρτυρία παύει να αντιμετωπίζεται ως αίτημα και παρουσιάζεται ως κίνδυνος που απαιτεί πρόληψη και έλεγχο.

Η ασφαλειοποίηση λειτουργεί αποτελεσματικά επειδή αλλάζει το σημείο αναφοράς. Το ερώτημα δεν είναι πλέον αν τα αιτήματα έχουν βάση, αλλά αν η κινητοποίηση απειλεί την ομαλή λειτουργία της κοινωνίας. Έτσι, η πολιτική συζήτηση μετακινείται από το περιεχόμενο στη διαχείριση.


Η γλώσσα της τάξης και η μετατόπιση ευθύνης

Η γλώσσα παίζει καθοριστικό ρόλο σε αυτή τη διαδικασία. Όροι όπως «παραλυσία», «όχληση», «ακραίες μειοψηφίες» και «κίνδυνος εκτροπής» μεταφέρουν την ευθύνη από τις πολιτικές αποφάσεις στους ίδιους τους διαμαρτυρόμενους. Η κοινωνική ένταση παρουσιάζεται ως αποτέλεσμα ανευθυνότητας και όχι ως αντίδραση σε συγκεκριμένες επιλογές.

Με αυτόν τον τρόπο, η εξουσία αποφεύγει να απαντήσει στα αιτήματα. Αντί να συζητήσει την ουσία, διαχειρίζεται τις συνέπειες. Η διαφωνία απονομιμοποιείται χωρίς να απαγορεύεται ρητά.


Θεσμικά εργαλεία και όρια διαμαρτυρίας

Στο θεσμικό επίπεδο, αυτή η μετατόπιση συνοδεύεται συχνά από νέους κανόνες και ρυθμίσεις. Περιορισμοί στη συνάθροιση, αυστηρότερες προϋποθέσεις για απεργίες και ενισχυμένοι μηχανισμοί επιτήρησης παρουσιάζονται ως αναγκαία μέτρα ισορροπίας.

Η λογική είναι σταθερή: η διαμαρτυρία γίνεται αποδεκτή μόνο εφόσον δεν διαταράσσει. Όταν όμως η διαμαρτυρία δεν διαταράσσει, παύει συχνά να ασκεί ουσιαστική πίεση. Έτσι, τα θεσμικά όρια μετατρέπονται σε φίλτρα πολιτικής αποτελεσματικότητας.

Η αντιμετώπιση της κοινωνικής διαμαρτυρίας ως ζητήματος τάξης εγείρει κρίσιμα ερωτήματα για τα όρια της δημοκρατικής αντοχής, ιδιαίτερα όταν η ελευθερία του συνέρχεσθαι περιορίζεται στο όνομα της ομαλότητας.


Η κανονικότητα ως υπέρτατη αξία

Η έμφαση στην κανονικότητα ενισχύει αυτή τη λογική. Η κοινωνική ειρήνη παρουσιάζεται ως υπέρτατη αξία, ακόμη και όταν επιτυγχάνεται μέσω σιωπής. Η πολιτική επιδιώκει την ομαλή ροή, όχι την επίλυση των αντιθέσεων.

Σε αυτό το πλαίσιο, η διαμαρτυρία αντιμετωπίζεται ως προσωρινή ανωμαλία που πρέπει να απορροφηθεί. Η κανονικότητα επανέρχεται, αλλά τα αίτια παραμένουν.


Το κόστος για τη δημοκρατική συμμετοχή

Όταν η διαμαρτυρία ασφαλειοποιείται, η δημοκρατική συμμετοχή περιορίζεται. Οι πολίτες διστάζουν να εκφραστούν συλλογικά, φοβούμενοι την απονομιμοποίηση ή την ποινικοποίηση. Η πολιτική δράση μεταφέρεται σε πιο ατομικές και λιγότερο ορατές μορφές.

Αυτή η εξέλιξη δεν εξαφανίζει τη διαφωνία. Την αποδυναμώνει. Και μια δημοκρατία με αποδυναμωμένη διαφωνία χάνει σταδιακά την ικανότητά της να αυτοδιορθώνεται.

Τι σημαίνει αυτή η μετατόπιση για τους πολίτες

Όταν η κοινωνική διαμαρτυρία αντιμετωπίζεται κυρίως ως ζήτημα τάξης, οι πολίτες βιώνουν μια σταδιακή αλλαγή στον τρόπο συμμετοχής τους στη δημόσια ζωή. Η συλλογική δράση παύει να θεωρείται φυσικό στοιχείο της δημοκρατίας και αρχίζει να αντιμετωπίζεται ως πρόβλημα που χρειάζεται περιορισμό.

Αυτή η μετατόπιση δεν ακυρώνει τυπικά το δικαίωμα στη διαμαρτυρία. Το αποδυναμώνει στην πράξη. Οι πολίτες συνεχίζουν να έχουν δικαιώματα, αλλά αισθάνονται ότι η άσκησή τους συνοδεύεται από κόστος, κοινωνικό ή θεσμικό.


Η αυτολογοκρισία ως παράπλευρη συνέπεια

Όταν η διαμαρτυρία παρουσιάζεται συστηματικά ως ενόχληση ή απειλή, η κοινωνία αρχίζει να αυτοπεριορίζεται. Οι πολίτες σκέφτονται δύο φορές πριν συμμετάσχουν, όχι επειδή διαφωνούν λιγότερο, αλλά επειδή φοβούνται τις συνέπειες.

Η αυτολογοκρισία αυτή δεν επιβάλλεται με νόμους. Αναπτύσσεται μέσα από το κλίμα. Και αυτό το κλίμα επηρεάζει βαθύτερα τη δημοκρατική ζωή από οποιονδήποτε άμεσο περιορισμό.


Η λεπτή γραμμή ανάμεσα στην τάξη και τη δημοκρατική αντοχή

Η δημόσια τάξη αποτελεί αναγκαίο στοιχείο της κοινωνικής συμβίωσης. Όταν όμως μετατρέπεται σε κυρίαρχο φίλτρο πολιτικής αξιολόγησης, περιορίζει τη δυνατότητα της κοινωνίας να εκφράζει συγκρούσεις και διεκδικήσεις.

Η δημοκρατική αντοχή δεν μετριέται από την απουσία έντασης. Μετριέται από την ικανότητα διαχείρισής της χωρίς να καταπνίγεται η διαφωνία. Όταν η τάξη υπερισχύει συστηματικά της συμμετοχής, η ισορροπία διαταράσσεται.


Πού βρίσκεται το πραγματικό διακύβευμα

Το βασικό διακύβευμα δεν αφορά το αν πρέπει να υπάρχουν όρια. Αφορά το ποιος τα θέτει και με ποια κριτήρια. Όρια που σχεδιάζονται χωρίς διάλογο συρρικνώνουν τη δημοκρατία. Όρια που προκύπτουν μέσα από πολιτική αντιπαράθεση ενισχύουν τη νομιμοποίησή της.

Η κοινωνική διαμαρτυρία λειτουργεί ως μηχανισμός ανάδρασης. Όταν αυτός ο μηχανισμός περιορίζεται, η πολιτική χάνει ένα από τα βασικά εργαλεία αυτοδιόρθωσης.


Ένα ανοιχτό ερώτημα για το μέλλον

Σε περιόδους έντασης, η επιλογή της τάξης μοιάζει εύκολη. Η επιλογή της δημοκρατίας, όμως, απαιτεί αντοχή. Το ερώτημα που παραμένει ανοιχτό δεν είναι αν η κοινωνία χρειάζεται τάξη, αλλά αν μπορεί να τη διατηρήσει χωρίς να περιορίσει τη δυνατότητα των πολιτών να διεκδικούν συλλογικά.

Η απάντηση σε αυτό το ερώτημα θα καθορίσει όχι μόνο το πώς αντιμετωπίζονται οι διαμαρτυρίες σήμερα, αλλά και το πώς θα λειτουργεί η δημοκρατία αύριο.

Eris Locaj
Eris Locajhttps://newsio.org
Συντάκτης (Editorial) Ο Eris Locaj είναι editorial συντάκτης με 17 χρόνια εμπειρίας στη συγγραφή, ανάλυση και επιμέλεια περιεχομένου που εστιάζει στην κοινωνία, την ψυχολογία, την τεχνολογία και τις σύγχρονες παγκόσμιες εξελίξεις. Το έργο του καλύπτει ευρύ θεματικό φάσμα, με σταθερό προσανατολισμό στην κατανόηση των φαινομένων πίσω από την επικαιρότητα. Η προσέγγισή του βασίζεται στη δημοσιογραφική ανάλυση και το editorial βάθος, αποφεύγοντας το clickbait, την υπεραπλούστευση και τη γρήγορη αναπαραγωγή ειδήσεων. Αντιμετωπίζει την πληροφορία ως εργαλείο σκέψης και όχι ως προϊόν κατανάλωσης, δίνοντας έμφαση στη σαφήνεια, το πλαίσιο και τη σύνδεση των γεγονότων. Έχει εργαστεί σε περιεχόμενο με global οπτική, γεφυρώνοντας την τοπική πραγματικότητα με τις διεθνείς τάσεις και εξελίξεις. Ιδιαίτερο βάρος δίνει στη σχέση ανθρώπου, κοινωνίας και ψηφιακού περιβάλλοντος, καθώς και στον τρόπο με τον οποίο η τεχνολογία επηρεάζει τη σκέψη, τη συμπεριφορά και τη δημόσια συζήτηση. Ζει και εργάζεται στην Ελλάδα, με διεθνή θεματολογία και παγκόσμιο προσανατολισμό.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ

Δημοφιλή